Ο Περιφερειάρχης επισημαίνει, ακόμη, ότι η λειτουργία των δυο Οργανισμών δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και προσθέτει ότι πιθανή κατάργηση της Εργατικής Κατοικίας και της Εργατικής Εστίας θα σημάνει την κατάρρευση δυο σημαντικών πυλώνων του κοινωνικού κράτους.
Σε επιστολή που έστειλε το απόγευμα της Τετάρτης στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Γιώργο Κουτρουμάνη ο κ. Κατσιφάρας τονίζει ότι «η αναγγελία κατάργησης των Οργανισμών Εργατικής Κατοικίας και Εργατικής Εστίας έχει προκαλέσει μεγάλη αναταραχή στις τάξεις των εργαζομένων. Δυο σημαντικοί πυλώνες στήριξης του κοινωνικού κράτους κινδυνεύουν να χαθούν και μαζί τους απολύτως αναγκαίες, ιδίως σήμερα, παροχές προς τους δικαιούχους. Οι Οργανισμοί Εργατικής Κατοικίας και Εργατικής Εστίας επί δεκαετίες, με πόρους προερχόμενους αποκλειστικά από το υστέρημα των εργαζομένων, θεμελίωσαν ένα ισχυρό δίχτυ κοινωνικής προστασίας, δίνοντας διέξοδο σε συμπολίτες μας και, ταυτόχρονα, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη και στην κοινωνική δικαιοσύνη».
Στην επιστολή του ο Περιφερειάρχης προσθέτει ότι «είναι προφανές ότι τυχόν κατάργηση των δυο Οργανισμών θα ακυρώσει στην πράξη μια σειρά από υποστηρικτικές δράσεις προς τα χαμηλά εισοδήματα όπως το δικαίωμα στην εργατική στέγη, στην επιδότηση ενοικίου, στον κοινωνικό τουρισμό, στην φύλαξη των παιδιών των εργαζομένων ενώ, πέραν αυτών, οι συνολικά 1.400 εργαζόμενοι στους δυο Οργανισμούς θα βρεθούν μετέωροι. Στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας οι δυο Οργανισμοί διατηρούν μια μακρά παράδοση προσφοράς και αλληλεγγύης προς τους εργαζόμενους και έχουν ταυτιστεί με έργα, παρεμβάσεις και προγράμματα που έχουν πολλαπλασιαστικά οφέλη σε πολλούς κλάδους της παραγωγής όπως ο κατασκευαστικός τομέας, ο τουρισμός κ.α. Είναι προφανές ότι οι συνέπειες που θα προκύψουν θα είναι οδυνηρές για τους εργαζόμενους και θ’ αποτελέσουν ένα ακόμη ισχυρό πλήγμα όχι μόνο στο εισόδημα και στην ποιότητα ζωής τους αλλά και στην ίδια την αξιοπρέπεια τους».
Στην επιστολή του προς τον κ. Κουτρουμάνη ο κ. Κατσιφάρας καταλήγει ως εξής: «Το γεγονός ότι η λειτουργία των δυο Οργανισμών δεν επιβαρύνει κατ’ ελάχιστον τον κρατικό προϋπολογισμό κάνει ακόμη πιο ακατανόητη και παράλογη την απαίτηση κατάργησης τους. Ιδίως σε μια περίοδο όπου, αντί τέτοιων επιλογών, θα έπρεπε να αναζητώνται τρόποι στήριξης και θωράκισης των χαμηλών στρωμάτων που δοκιμάζονται άγρια και αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Γνωρίζω την προσπάθεια που το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καταβάλει ώστε να αποφευχθεί η κατάργηση των δυο Οργανισμών. Και είμαι βέβαιος ότι η προσπάθεια αυτή θα καρποφορήσει ώστε να περιφρουρηθούν βασικά, στοιχειώδη δικαιώματα των συμπολιτών μας».