Στη συνάντηση που είχαν στο Μέγαρο Μαξίμου, ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Ευάγγελος Βενιζέλος και ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυριάκος Μητσοτάκης, τέθηκε επί τάπητος το θέμα της αξιολόγησης, με την ποσόστωση του 15% στη κλίμακα βαθμολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων.
Ο Αντώνης Σαμαράς και ο Ευάγγελος Βενιζέλος φέρεται να επιθυμούν βελτιώσεις και ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται μέχρι τη Δευτέρα, 4 Αυγούστου, να έχει έτοιμες τις προτάσεις του για το νέο τρόπο αξιολόγησης των υπαλλήλων.
Ο υπουργός δεσμεύτηκε ότι εντός των επόμενων ημερών θα καταθέσει νέο σχέδιο για την υποχρεωτική ποσόστωση, κυρίως του 15% στην κλίμακα βαθμολόγησης για την κακή επίδοση των υπαλλήλων με διεύρυνση της αξιολόγησης ανά γενική διεύθυνση και όχι ανά υπηρεσία.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι το μήνυμα από τη συνάντηση είναι «ναι» στην αξιολόγηση, αλλά «όχι» στην ανασφάλεια και τον φόβο των δημοσίων υπαλλήλων.
Όπως τονίζεται, η αξιολόγηση δεν πρέπει να συνδέεται με διαθεσιμότητες και απολύσεις.
Ήδη η υφυπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Εύη Χριστοφιλοπούλου έχει κάνει προτάσεις βελτίωσης του Ν. 4250/2014 για την αξιολόγηση, με κυριότερη μια προσθήκη σε διάταξη του νόμου, η οποία να ορίζει ότι «κανένας υπάλληλος δεν πρόκειται να απολυθεί βάσει της αξιολόγησής του, ούτε πρόκειται να υποστεί μισθολογικές κυρώσεις ή οποιαδήποτε άλλη αρνητική υπηρεσιακή μεταβολή».
Σύμφωνα με πληροφορίες πρωθυπουργός και αντιπρόεδρος, αναφορικά με τις 6.500 απολύσεις μέχρι το τέλος του έτους, ζήτησαν να υπάρξει μια καταμέτρηση όχι μόνο των υπαλλήλων με τα πλαστά πιστοποιητικά, αλλά και εκείνων που απομακρύνονται με προσωρινές διαταγές.
Ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι το υπουργείο θα επισπεύσει την κατάθεση του νομοσχεδίου που επρόκειτο να γίνει το 2015 και τελικά θα έρθει στη Βουλή το φθινόπωρο.
Η κυβέρνηση κάνει αγώνα δρόμου για να κλείσει όλες τις εκκρεμότητες πριν τη συνάντηση που θα γίνει στο Παρίσι με τους επικεφαλής της τρόικας στις αρχές Σεπτεμβρίου και η οποία θα έχει προπαρασκευαστικό χαρακτήρα.
Λίγες ώρες μετά τη συνάντηση, πηγές του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης προσπαθώντας να διαψεύσουν διάφορα σενάρια γύρω από τη συζήτηση στο Μαξίμου ανέφεραν πως «Ο πυρήνας του νόμου για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων δεν θα αλλάξει»
Πρόσθεσαν μάλιστα τα εξής: «Το Υπουργείο επεξεργάζεται προτάσεις που θα καταστήσουν απολύτως σαφές ότι η αξιολόγηση είναι εργαλείο διαχείρισης ανθρωπίνων πόρων και διοίκησης και, σε καμία περίπτωση, δεν συνδέεται με το πρόγραμμα κινητικότητας, με τη διαθεσιμότητα, τις απολύσεις, ενώ δεν έχει καμία μισθολογική ή υπηρεσιακή συνέπεια για τον υπάλληλο. Κάτι που έχει τονίσει κατ’ επανάληψη η πολιτική ηγεσία του υπουργείου, επισημαίνουν οι ίδιες πηγές.
Η συγκριτική αξιολόγηση συνιστά το απαραίτητο μεταβατικό στάδιο προετοιμασίας προς το οριστικό σύστημα αξιολόγησης, που έχει δεσμευτεί το Υπουργείο να φέρει εντός των επομένων μηνών προς ψήφιση στη Βουλή και αφού πρώτα υπάρξει διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς».
Από πλευράς ΥΔΜΗΔ τονίζεται ότι κατά τη διάρκεια της σύσκεψης στο Μέγαρο Μαξίμου, συζητήθηκε η ακόμη περισσότερη ενίσχυση στην απονομή της πειθαρχικής δικαιοσύνης, του ελέγχου των πλαστών πιστοποιητικών και του ελέγχου της μετατροπής συμβάσεων ορισμένου χρόνου, κάτι που έχει δρομολογήσει ήδη τους τελευταίους 13 μήνες ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυριάκος Μητσοτάκης. Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, από τις αρχές του 2013, μέσα από τις προβλεπόμενες διαδικασίες, έχουν απομακρυνθεί, για ποινικούς, πειθαρχικούς ή για λόγους υποβολής πλαστών δικαιολογητικών και παράνομων προσλήψεων, περισσότεροι από 500 υπάλληλοι.
Ειδικότερα, όπως δηλώνουν: «Το 2013 αποχώρησαν για τους παραπάνω λόγους 220 δημόσιοι υπάλληλοι, το δε α’ τετράμηνο (Ιανουάριος- Απρίλιος) του 2014, έχουν αποχωρήσει για τους ίδιους λόγους 304 υπάλληλοι. Πρόκειται για αναγκαστικές αποχωρήσεις πειθαρχικής ή ποινικής προέλευσης και για ανακλήσεις διορισμών ή καταγγελίες συμβάσεων λόγω υποβολής πλαστών δικαιολογητικών. Ο στόχος για την ολοκλήρωση των 15.000 απολύσεων μέχρι το τέλος του 2014, όπως αυτός έχει συμφωνηθεί από την κυβέρνηση, παραμένει».