Επικαιρότητα-Εργασιακά

Τράπεζες: Χάνουν τις προθεσμίες για το «Σπίτι μου» οι μισές υπαγωγές

Το ποτήρι μισοάδειο βλέπουν οι τράπεζες ως προς την επιτυχία του δεύτερου κύκλου του προγράμματος «Σπίτι μου», που αφορά επιδοτούμενα κατά 50% από το Ταμείο Ανάκαμψης στεγαστικά δάνεια για την απόκτηση πρώτης κατοικίας από τους δικαιούχους. Κι αυτό παρότι η εξέλιξη των αιτήσεων και των υπαγωγών στη δράση είναι μέχρι στιγμής ενθαρρυντική.

Συγκεκριμένα, τα εν δυνάμει δάνεια, τα οποία έχουν περάσει στο στάδιο της υπαγωγής, δηλαδή οι ενδιαφερόμενοι έχουν υποβάλει στην τράπεζα την ηλεκτρονική ταυτότητα του ακινήτου που θέλουν να αγοράσουν, άρα έχουν έλθει ήδη σε επαφή με τον πωλητή, έφτασαν μέσα σε 4 μήνες τα 800 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για επίπεδα που αντιστοιχούν στο 40% του προϋπολογισμού του προγράμματος.

Στο 50% των σχετικών αιτήσεων οι υποψήφιοι χάνουν τις προθεσμίες για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης.

Παρ’ όλα αυτά, τραπεζικές πηγές σημειώνουν ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η εκταμίευση ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί.

Επιπλέον, τονίζουν πως στο 50% των σχετικών αιτήσεων οι υποψήφιοι χάνουν τις προθεσμίες για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης. «Μπορούν φυσικά να πάρουν παράταση, με βάση τις προβλεπόμενες διαδικασίες, ωστόσο το γεγονός ότι τα μισά περίπου αιτήματα δεν προχωρούν στην ώρα τους, μας δημιουργεί προβληματισμό» σημειώνουν σχετικά.

 

Ποιοτικός έλεγχος

Οπως αναφέρουν οι ίδιοι κύκλοι, «θα προχωρήσουμε σε ποιοτικό έλεγχο των συγκεκριμένων δανειοληπτών για να διαπιστώσουμε τους λόγους των καθυστερήσεων, μιας και πρόκειται για ώριμα ακίνητα, από τη στιγμή που έχει εκδοθεί η ηλεκτρονική τους ταυτότητα. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει σαφής ένδειξη για την πηγή του κακού».
Θεωρούν πάντως πως οι πόροι της δράσης, συνολικού ύψους 2 δισ. ευρώ, 1 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και 1 δισ. ευρώ από τις τράπεζες, δύσκολα θα απορροφηθούν στο 100%.

Ο λόγος, όπως εξηγούν, «δεν είναι άλλος από τη χαμηλή προσφορά ακινήτων που πληρούν της προδιαγραφές της. Για τα λίγα δε σπίτια που είναι διαθέσιμα προς πώληση οι ιδιοκτήτες τους ζητούν πολύ υψηλά τιμήματα, που δεν βγάζουν νόημα».

 

Κατά τις ίδιες πηγές, «η πραγματικότητα είναι πως με το “Σπίτι μου” μέχρι στιγμής κινούμαστε σε αχαρτογράφητα νερά, καθιστώντας δύσκολη τη διατύπωση προβλέψεων για τις εκταμιεύσεις που θα γίνουν εφέτος. Σε ένα λογικό σενάριο θα φτάσουν τα 500-600 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το 50% θα προέλθει από το τραπεζικό σύστημα».

Ζητείται διεύρυνση

Οπως λένε, αναμφίβολα καταλύτης για να τρέξει καλύτερα το πρόγραμμα μπορεί να αποτελέσει η διεύρυνση της περιμέτρου των επιλέξιμων ακινήτων.

«Εχουμε ζητήσει συγκεκριμένες αλλαγές από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για την ένταξη περισσότερων κατοικιών με πιο χαλαρά όρια ως προς την παλαιότητα, ωστόσο ακόμη δεν έχει ληφθεί κάποια απόφαση προς αυτήν την κατεύθυνση» αναφέρουν σχετικά. Επιπλέον, εν αναμονή απάντησης βρίσκεται και το αίτημα για τακτοποίηση των ακινήτων που εντάσσονται στη δράση, μετά τη μεταβίβασή τους.

Πάνω το 2025

Κατά τα άλλα, οι πωλήσεις των κλασικών στεγαστικών δανείων κινούνται καλύτερα του αναμενομένου έως τώρα. Οι εκταμιεύσεις τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2025 από τους τέσσερις συστημικούς ομίλους έχουν ήδη ξεπεράσει τα 450 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για επίπεδα αυξημένα κατά περίπου 25% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.

Με βάση τις τρέχουσες τάσεις, εκτιμάται ότι οι χορηγήσεις της κατηγορίας θα μπορούσαν στο σύνολο της εφετινής χρονιάς να διαμορφωθούν στη ζώνη των 1,3-1,4 δισ. ευρώ.

Αν σε αυτό το ποσό προστεθούν και τα δάνεια μέσω τού «Σπίτι μου», η αγορά θα είναι πιθανό να κλείσει εφέτος γύρω από τα 1,7 δισ. ευρώ έναντι 1,3 δισ. ευρώ περίπου το 2024.

Μπορεί σε αυτό το σενάριο ο ετήσιος ρυθμός ανόδου να φτάσει το 20%-25%, ωστόσο σύμφωνα με γενικό διευθυντή συστημικού ομίλου, «η σύγκριση με τη δεκαετία του 2000 παραμένει αποκαρδιωτική για τον κλάδο».

Οπως λέει, μπορεί η κτηματαγορά να βρίσκεται σε ανοδική τροχιά, όμως μόλις το 10% των αγορών γίνεται με στεγαστικό δάνειο. Στο 90% των μεταβιβάσεων χρησιμοποιούνται ίδια κεφάλαια από τους αγοραστές.

Κι αυτό παρά το γεγονός ότι οι όροι των χορηγήσεων σήμερα είναι πολύ καλύτεροι από τη χρυσή, προ 20ετίας, εποχή για τη στεγαστική πίστη. «Με τα σταθερά επιτόκια που δίνουμε σήμερα θα έπρεπε να σχηματίζονται ουρές στα καταστήματά μας για αιτήσεις» υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.

Από την άλλη, θετικό για τις εργασίες των τραπεζών χαρακτηρίζει το γεγονός ότι το μέσο δάνειο έχει πλέον σκαρφαλώσει στα επίπεδα των 100.000 ευρώ έναντι 70.000-80.000 μέχρι πριν από λίγα χρόνια.

Ως προς το είδος των προγραμμάτων που επιλέγουν οι δανειολήπτες αναφέρει πως η συντριπτική πλειονότητα προτιμά σταθερά επιτόκια. Μεταξύ αυτών πιο δημοφιλή είναι τα δάνεια με σταθερές δόσεις για 3, 5, 20 και 25 χρόνια.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ (ΟΤ) – ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ